ΟΔΗΓΟΣ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ
Προτεινόμενο soundtrack : All Of Me
Οι
τελευταίες τρεις εβδομάδες είχαν περάσει τόσο γρήγορα. Και πριν από αυτές οι
προηγούμενες τρεις με τον ίδιο βιαστικό και χαοτικό ρυθμό. Αισθανόμουν πως
ζούσα κάθε μέρα σε repeat. Πως ό,τι έκανα, επαναλαμβανόταν σε ένα μυστήριο
παιχνίδι χρόνου με το μυαλό και τις καταστάσεις που ζούσα. Σχολή, σπίτι,
υπολογιστής, εργασίες, βεβιασμένος καφές (και αν), σειρά στην τηλεόραση και
αποχαύνωση και τέλος ύπνος. Μα όταν ξάπλωνα, δεν ένιωθα κουρασμένη. Δεν ένιωθα
εκείνη την όμορφη κούραση που πρέπει να αισθάνεσαι πριν σε πάρει ο γλυκός,
γλυκός ύπνος. Που νιώθεις πλήρης και καλά με τους γύρω σου, μα κυρίως με τον
εαυτό σου. Εκείνη την στιγμή λοιπόν, ζούσα όλα όσα ήθελα να ζήσω σε μια μέρα
που θα έφτιαχνα εγώ τους κανόνες, το πρόγραμμα όπως ακριβώς ήθελα, με βάση τις δικές
μου προτιμήσεις και τα δικά μου θέλω. Συνάμα όμως ζούσα και όλα όσα ήθελα να
κάνω και ένιωθα υπερβολικά κουρασμένη να κάνω. Υπερβολικά χωμένη, βολεμένη και
βαριεστημένη. Όλα αυτά που μετάνιωνα γιατί άφηνα και με έκαναν να στριφογυρνώ
κάθε βράδυ στο κρεβάτι μου και όλα αυτά που με έκαναν να αφήνω δάκρυα
στο μαξιλάρι μου, ώστε να μην με δεις κάνεις. Να μην καταλάβει. Να μην με
ρωτήσει. Να μην χρειαστεί να απαντήσω. Πως δεν ένιωθα χαρούμενη. Πως δεν
γελούσα όπως παλιά. Πως αισθανόμουν παγιδευμένη μέσα στο ίδιο μου το σώμα και
στο ίδιο μου το μυαλό.
Μια νύχτα είχα σκεφτεί πως έπρεπε επιτέλους να γυρίσω στις παλιές καλές μου
συνήθειες. Αυτές δηλαδή που με έκαναν να σκάω από χαρά κάθε φορά που τις έκανα.
Μα τέτοια βράδια πέρασαν πολλά και είχαν φτιάξει σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο.
Χθες το απόγευμα αποφάσισα να βγω για ένα ποτό με κάποιους πολύ καλούς μου
φίλους και να πάω στο καθιερωμένο παλιό μου στέκι. Να νιώσω οικεία, ασφάλεια,
‘’παρείστικα’’, να δω φιλικά πρόσωπα, φιλικά χαμογέλα, φιλική ατμόσφαιρα. Σε
αυτό το μαγαζί ακόμα και τα ντουβάρια έμοιαζαν φίλοι μου. Ευτυχώς όταν πάτησα
το πόδι μου κατευθείαν καταλείφθηκα από όμορφα συναισθήματα βλέποντας τους
παλιούς μου φίλους, μα και νοσταλγία που είχα να πάω σε αυτό το μέρος πάνω από
δυο μήνες. Θυμήθηκα τα καλοκαιρινά ξενύχτια μου, τις πρωινές ώρες που με
έβρισκαν εκεί, το γέλιο που έριχνα με τα αστεία και τις πλάκες που κάναμε και
γενικά όλο το τότε τοπίο. Σκέφτηκα
πόσο μακρινά έμοιαζαν όλα αυτά, μα στην ουσία δεν ήταν.
Ξαφνικά
ένιωσα να εγκλωβίζομαι. Να θέλω να τσιρίξω, μα να μην μπορώ. Ήθελα να βγω από
το σώμα μου και τα φωνάξω στον ίδιο μου τον εαυτό ΞΥΠΝΑ. Μα δεν μπορούσα,
σαν να είχα παραλύσει. Σαν να με είχαν κάνει ηρεμιστική ένεση κατά της
καλοπέρασης και της ξέφρενης νεανικής ζωής. Αναλογίστηκα ποσό αξιοθρήνητη
έμοιαζα στα ίδια μου τα μάτια και πόσο παίζει να είχε λασκάρει η βίδα τον
εγκέφαλο μου, αφού τέσσερις το χάραμα έκανα ψυχεδελικές συζητήσεις με τον εαυτό
μου κι έψαχνα και λύση.
Τότε
θυμήθηκα πως κάποτε είχα φτιάξει μια λίστα με τα πράγματα που ήθελα να κάνω.
Μια λίστα για τα πράγματα που έπρεπε
να κάνω σαν την κοπέλα που είχε φτιάξει το Chris Town. Διότι για κάποιους
μπορεί οι ιστορίες μου και οι σκέψεις μου να μην σήμαιναν τίποτα αλλά για μένα
ήταν όλες οι στάσεις και επιλογές που έπαιξαν καίριο ρόλο τα τελευταία δυο
χρόνια της ζωής μου. Άρχισα να την ψάχνω λοιπόν. Και την βρήκα.
Σε αυτή την
λίστα είχα γραμμένα πλάνα για άρθρα που
είχα ξεχάσει πως ήθελα να γράψω, κακογραμμένες σημειώσεις και φράσεις που με
βοηθούσαν να εμπνευστώ, ονόματα ανθρώπων που με είχαν βοηθήσει ή απλά άσχημα στριμώξει και έπρεπε να τους δείξω πως είχα καταφέρει να βγω αλώβητη από τα
έργα τους, σχεδιάκια, άθλια ζωγραφισμένα με νόημα κατανοητό μόνο σε μένα και
φυσικά μια αριθμημένη λίστα με πράγματα και καταστάσεις που έπρεπε να κάνω, να
πάω, να αγοράσω και γενικά να ζήσω. Γέλασα τόσο πολύ με την αισιοδοξία που
έβγαζε ένα άχρηστο, τσαλακωμένο χαρτί, μα τόσο δυνατό όπλο στα χεριά του
κατάλληλου ανθρώπου, δηλαδή στα δικά μου. Το ίσιωσα όσο μπορούσα και τα έχωσα ανάμεσα
στο Harry Potter VI και VII, ώστε να μην δείχνει τόσο τσαπατσούλικο.
Χωρίς να το
θέλω, ένιωσα περήφανη, που σε περιόδους δυσκολίας, είτε από άποψη σχολής,
κοινωνικού περίγυρου και λοιπών, είχα καταφέρει να καταγράψω τόσο αυθόρμητα,
σχεδόν παιδικά, ένα κομμάτι του εαυτού μου και αυτού που ήθελα να γίνω. Που δεν με ένοιαζε αν με σνόμπαραν ή τύχαινε να με κοροϊδέψουν,
να προσπαθήσουν να με ρίξουν ή να με κάνουν
να αισθανθώ αποτυχημένη και τελειωμένη. Που παρόλα αυτά, ήμουν σήμερα εδώ κι διάβαζα
αυτήν την λίστα. Σαν να ήξερα πως θα μου χρειαζόταν. Σαν να ήξερα πως κάποια
στιγμή θα υπάρξω πιο αδύναμη και θα χρειαστώ βοήθεια. Βοήθεια από τον ίδιο μου
τον εαυτό. Τελικά χθες, ύστερα από πολύ ώρα περισυλλογής μέσα στα σκοτάδια
μπόρεσα να χαμογελάσω και να ξαπλώσω. Δεν πέρασαν ούτε δυο λεπτά και ήδη
ταξίδευα νοητά σε όλα τα μέρη που ήθελα. Είχα κοιμηθεί με ένα όνειρο. Θα
ξυπνούσα με έναν σκοπό. . .
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου