ONCE UPON A TIME


Προτινόμενο Soundtrack :  Maroon 5 - Payphone

  Σημείωση : Ήμουν πολύ σκεπτική για το αν έπρεπε να κάνω άρθρο για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου ή όχι και τελικά κατέληξα πως δεν χρειαζόταν να κάνω. Οι ερωτευμένες ψυχες νιώθουν αυτήν την γιορτή κάθε μέρα, οι απελπισμένες ψυχές θα έκλαιγαν την μοίρα τους και οι δυναμικές ψυχές θα με έλεγαν γλυκανάλατη. Έτσι αποφάσισα να γράψω ένα άρθρο, λίγο παραμυθένιο μεν, λόγω των ημερών, αλλά με ηθικό δίδαγμα δε, λόγω της αναγκης που έχω να προσπαθώ να συμβουλέυω τους ανθρώπους, να τους εμψυχώνω και να τους θυμίζω πως όλα αυτά που περνάνε αυτήν την στιγμή ή τη περίοδο της ζωής τους τα έχουν περάσει κι άλλοι και πώς όλα τα συναισθήματα είνα λογικά, ακομα και τα άσχημα. Γιατί μέσα από τις δυσκολίες μαθαίνουμε να ζούμε και να μαζεύουμε εμπειρίες και γνώση. Για ακόμη μία φορά λοιπόν σας παρουσιάζω μία ιστοριούλα βγαλμένη μέσα απο την καθημερινοτητα μου.
 Διαβάστε παρακάτω:

Δεν ξέρω τελικά αν είμαι ρομαντική ψυχή η όχι. Δεν ξέρω αν ψάχνω τον ανυπέρβλητο ερώτα ή είμαι ευχαριστημένη με κάτι πιο σίγουρο, κάτι πιο εύκολο, κάτι πιο καθημερινό και όχι τόσο μελοδραματικό όσο η αγάπη του Σρεκ με της Φιόνα. Και ίσως μέχρι να έρθει αυτός ο έρωτας που θα με κάνει να γράφω άρθρα και άρθρα μόνο και μόνο επειδή θα πετάω στα σύννεφα, θα προσπαθώ να καταλάβω, πως στο καλό καταλαβαίνεις ότι αυτό που βιώνεις είναι και το πιο δυνατό συναίσθημα που μπορείς να αισθανθείς για κάποιον. Πως μπορείς να είσαι σίγουρος πως αυτός ο άνθρωπος που έχεις απέναντι σου, είναι ο ένας και μοναδικός; Που ξέρεις πως δεν υπάρχει κάποιος ακόμα καλύτερος, ή κάποιος ίδιος με ελάχιστες βελτιώσεις, σαν να λέμε το αμέσως επόμενο, υπερσύχρονο και βελτιωμένο μοντέλο;

Δεν μπορώ να μαντέψω αν κάποιος είναι σίγουρος πως έχει βρει την παντοτινή του αγάπη εκεί έξω. Ίσως γιατί εγώ κάθε φορά που ενθουσιάζομαι, χαίρομαι και τελικά ερωτεύομαι, παθαίνω αυτό που λέμε στο κόσμο μου. Βλέπω μόνο τα καλά στοιχειά του άλλου και πάντα μα πάντα, είναι σαν να πιστεύω πως δεν έχει ελαττώματα. Έτσι καταφέρνω να πληγώνω τον εαυτό μου και γρήγορα να απογοητεύομαι, να αποθαρρύνομαι και να σκληραίνω. Καταλήγω με μια λίστα απωθημένων και με ένα ποτήρι βότκα στο χέρι να αναρωτιέμαι. Αφού στην αρχή μου φαινόταν τόσο καλό, τι έγινε και χάλασε στην πορεία; Έφταιξα εγώ, έφταιξε αυτός, έφταιξε η κακιά στιγμή; Κι αν τελικά δεν είναι αυτό το άτομο το άλλο μου μισό που θα περάσουμε την ζωή μας μαζί μέχρι τα βαθειά γεράματα, ποιο είναι; Ποιος θα είναι αυτός που στο τέλος δεν θα μου ξινίσει, δεν θα στραβώσει, δεν θα ξενερώσει, βαρεθεί, δεν γουστάρει άλλο βρε αδελφέ και φύγει; Ποιος είναι το δικό μου Happy End;

Ας συνεχίσω με μια ιστοριούλα. Πριν λίγες μέρες ερχόμενη από την στάση του λεωφορείου συνάντησα τυχαία έναν παλιό μου συμμαθητή, μα όχι έναν οποιονδήποτε. Τον πρώτο μου μεγάλο ερώτα. Την πρώτη μεγάλη αγάπη, που βίωσα στην ώριμη ηλικία των πέντε ετών, δηλαδή στα προνήπια. Αν και ήμουν μια σταλιά παιδάκι, αυτό δεν σήμαινε πως δεν μπορούσα να νιώσω όσα νιώθει ένας ενήλικος άνθρωπος. Όταν τον χαιρέτησα λοιπόν και έμαθα τα νέα του, καθώς και τις εξελίξεις στην ζωή του, χαμογέλασα και με μια γρήγορη σκέψη θυμήθηκα όσους είχα ποτέ μου βάλει στην νοητή λίστα ''Ο ιππότης με το άσπρο άλογο''. Ήταν διάφορα άτομα, το καθένα τόσο διαφορετικό, μα και τόσο ίδιο. Άτομα που είχα γνωρίσει από το δημοτικό μέχρι και το πανεπιστήμιο, από το βόλεϊ μέχρι και τον χορό που ξεκίνησα πριν λίγους μήνες. Κι έτσι περπατώντας μέσα στο κρύο με ένα παράξενο αίσθημα ανάμεσα στο στήθος μου, αναρωτήθηκα σιωπηλά. Τελικά τι έγινε και δεν πρόεκυψε κάτι με αυτούς τους ιππότες; Γιατί δεν έγιναν οι ήρωες του δικού μου παραμυθιού; Γιατί δεν έγινα η σταχτοπούτα τους;

Δεν είμαι άνθρωπος που κοιτάζει μόνο την εξωτερική εμφάνιση και το λέω ειλικρινά. Γοητεύομαι από τα απλά, καθημερινά πράγματα, όπως η ευγένεια, ο σεβασμός, η μόρφωση, το χιούμορ, η εξυπνάδα, η ετοιμολογία. Κι αν όλοι όσοι μου άρεζαν μπορούσαν άνετα να μπουν σε πρακτορείο μοντέλων (τώρα οι φιλές μου γελάνε) πάντα είχαν κάτι παραπάνω από ομορφιά ή γοητεία. Είχαν αυτό το κάτι. Μπορούσα να κλείσω τα μάτια μου και σχεδόν να νιώσω πως θα ήταν αν μου κρατούσαν το χέρι. Όχι, δεν παραμυθιαζόμουν, όπως λέει σοφά και ο Παντελίδης, απλά ήμουν υπερβολικά ονειροπόλος άνθρωπος. Όπως η Μπέλα από το <<Η Πεντάμορφη και το Τέρας>>. Και το θέμα ήταν ότι ποτέ δεν ζήτησα κάποιον καλλονό, ακόμα και το τέρας μου αρκούσε! Θα μπορούσα να έχω περάσει καταπληκτικά με καθέναν από αυτούς και να ζήσω πρωτόγνωρες εμπειρίες, μα δεν συνέβη ποτέ τίποτα. Τι στο καλό τότε εγώ ονειρευόμουν; Γιατί πάντα κολλάμε στα άτομα που ξέρουμε πως δεν θα μπορέσουμε ποτέ να είμαστε μαζί τους; Αντί για Μπέλα μήπως τελικά ήμουν εγώ το τέρας;

Θυμάμαι μια φράση που είχα πει σε μια φίλη μου. Πως αυτός ο άνθρωπος (δεν θυμάμαι για ποιον μιλούσα τότε) θα παρακαλούσε να ήμασταν μαζί αν με γνώριζε πραγματικά. Αν με άφηνε να του δείξω ποιος ήταν ο πραγματικός μου εαυτός. Μα ποτέ δεν έγινε αυτό. Γιατί κάθε φορά που τύχαινε να μιλάμε, εγώ έχανα τα λόγια μου, δεν έλεγα τα συνηθισμένα ωραία μου αστεία, αλλά κόμπιαζα και πετούσα μπούρδες, όποτε έδειχνα κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που ήμουν στην πραγματικότητα κι έτσι ο καθένας από αυτούς έφευγε διακριτικά με τον τρόπο του, χωρίς ποτέ να μπει στην ζωή μου και να την κάνει άνω κάτω έτσι όπως θα ήθελα. Αντί να μοιάζω με την Χιονάτη έμοιαζα με την τρελή Αλίκη στην Χωρά των Θαυμάτων.

Και ξαφνικά μου γινόταν αποθημένο. Τον σκεφτόμουν συνέχεια, παντού και πάντα (τρελαινόμουν, όπως άλλωστε και η Αλίκη). Μέχρι την στιγμή που θα ερχόταν ο επόμενος ''ιππότης'' και θα έπαιρνε την θέση του προηγούμενου, καταλήγοντας πάντα στον ίδιο επίλογο. Συνεχίζω όμως να σπάω το κεφάλι μου και να αναρωτιέμαι πως γίνεται όταν νιώθεις τόσο δυνατή έλξη για κάποιον αυτός να μην νιώθει τίποτα;

Γίνεται αυτή η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που περιγράφουν να είναι μονόπλευρη; Κι αν ναι, γιατί συνέβαινε μόνο σε έμενα; Εκείνη την μέρα που συνάντησα τον συμμαθητή μου, αφού χώρισαν οι δρόμοι μας, μπήκα στο λεωφορείο και κατέβηκα στο κέντρο. Στο όμορφο κέντρο της πανέμορφης Θεσσαλονίκης. Αποφάσισα πως ήθελα λίγο να περπατήσω και να χαρώ τον ήλιο. Να σκεφτώ τα γνωστά καταθλιπτικά μου και να ακούσω την μελαγχολική κοψιφλεβικη συλλογή στο Mp3 μου. Καθώς προχωρούσα λοιπόν, είδα ένα κοριτσάκι να κρατάει μια κουκλίτσα στο μικροσκοπικό χεράκι της, ενώ με το άλλο χαιρετούσε χαρούμενη ένα αγοράκι. Κι έτσι όπως το χαιρετούσε, η κούκλα γλίστρησε από το χέρι της και έπεσε κάτω. Τότε το μικρό αγοράκι, έφυγε από την μαμά του και έτρεξε κοντά της, σήκωσε την κούκλα και της την έδωσε. Η μαμά του κοριτσιού είπε στην κόρη της ''Δεν θα ευχαριστήσεις το αγοράκι;'' και το κοριτσάκι τότε χαμογελώντας, έδωσε ένα παιδικό φιλάκι στο λίγο πιο κοντό αγοράκι.

Κι έτσι ξαφνικά το μικρό αγοράκι έγινε ο ιππότης και η μικρούλα η πριγκίπισσα. Έγιναν η Ωραία Κοιμώμενη και το Πριγκιπόπουλο, Η Πριγκίπισσα και ο – μεταμορφωμένος πια – βάτραχος, η Χιονάτη και ο Κυνηγός (συμφώνα με την τελευταία ταινία της Summit Entertaiment), η Γιασμίν και ο Αλαντίν, ο Έντουαρτ ( στην περίπτωση μου ο Jacob) και η Μπέλλα, ο Σούπερμαν και η Λοις Λειν, χωρίς κόπο ή τρόπο ή ατέλειωτες ώρες ανάλυσης, απλά ο ένας ήταν το παραμύθι του άλλου (εντάξει σίγουρα δεν θα τους έβλεπα και παντρεμένους, αλλά ήταν ότι χρειαζόμουν εκείνη την στιγμή για να πιστέψω ξανά στα παραμύθια).

Έτσι καταλαβαίνω, πως δεν είχε σημασία ποιος μου άρεζε και γιατί, μα μου άρεζε διότι νόμιζα πως ήταν ο ένας και μοναδικός. Δεν μου το είχε αποδείξει όμως ποτέ. Βασιζόμουν σε μια ιδέα, μια φαντασίωση, ένα όνειρο απατηλό όπως λέει και το τραγούδι. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν έγινε και τίποτα. Γιατί δεν ήταν οι δικοί μου ιππότες, μα κάποιας άλλης κοπέλας. Κάποιας που όταν θα βρισκόταν σε κίνδυνο θα έσωζαν και θα πετύχαιναν το happily ever after.

Μπορεί ακόμα να αισθάνομαι θιγμένη και να βρίζω ενδόμυχα τις κοπέλες αυτές, μα ξέρω υποσυνείδητα πως ο δικός μου ιππότης ακόμα ταξιδεύει από την μακρινή του χώρα, περνώντας από επικίνδυνα δάση, λυσσασμένους ωκεανούς, τρομακτικά και πονηρά πλάσματα και πολεμά ενάντια σε όλους και σε όλα για να έρθει, να με βρει και να με ελευθερώσει από τον πανύψηλο και απροσπέλαστο πύργο μου, σκοτώνοντας με το σπαθί του τον θεόρατο δράκο που φτύνει πύρινες κολάσεις από το στόμα, ώστε να με κρατήσει στην αγκαλιά του και να ζήσουμε ευτυχισμένοι για πάντα στο παλάτι του, στην χωρά του Ποτέ-Ποτέ.

Μετάφραση; Ακόμα ο ιππότης μου ψάχνεται. Περνάει τον καιρό του σε άλλες αγκαλιές και τρώει τα μούτρα του γιατί δεν είναι οι σωστές. Τον κοροϊδεύουν και τον μπερδεύουν, μα ξεφεύγει και βρίσκει τον δρόμο του. Και μόλις τον βρίσκει, βρίσκει κι έμενα. Παλεύει με το μεγαλύτερο θηρίο απ' όλα. Ένα θηρίο που πρέπει να συνδυάσει τα πάντα για να κερδίσει. Το μυαλό μου. Και αν το πετύχει αυτό, τότε θα έχει αποκτήσει κάτι ακόμα. Την κάρδια μου. Τότε ζω το δικό μου παραμύθι, με τον ιππότη που προορίζεται για μένα και για καμία άλλη. Δεν θα χρειάζεται να ανησυχώ και να στενοχωριέμαι για τους παλιούς έρωτες που πήγαν στον παράδεισο, γιατί πολύ απλά δεν έπρεπε ποτέ να είμαι ποτέ μαζί τους.

Μην στενοχωριέσαι για κάτι που δεν μπορείς να αποκτήσεις, γιατί αν δεν είναι γραφτό να γίνει δικό σου, δεν θα γίνει ποτέ. Αντιθέτως, όταν κάτι είναι γραφτό να συμβεί, ακόμα κι αν περάσεις δεινά, θα το κερδίσεις ό,τι κι αν γίνει. Και τότε θα χαίρεσαι πιο πολύ απ’ όλους, γιατί θα είσαι ευτυχισμένος και χαρούμενος, όπως στα παραμύθια. Και φυσικά όλοι στο τέλος θα λένε Αυτοί ζήσαν καλά κι εμείς καλυτέρα. The end.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΜΕΡΕΝΤΑ ΚΙ ΕΓΩ

THE F**K IT LIST

ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ